BIG BANG NEWS
RESEARCH, TECHNOLOGY, SCIENCE, DIACHRONIC NEWS, COMMENTS, ,SPORTS,MUSIC,SKY AND STARS,AND MUSH MORE.
Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Κυριακή 3 Ιουνίου 2012
Σάββατο 2 Ιουνίου 2012
Peachoo+Krejberg Backstage ft Alison Nix and Ros Georgiou | Paris Fashion Week Fall 2012 |
SUBSCRIBE: http://bit.ly/FashionTVSUB
http://www.FashionTV.com/videos PARIS - Backstage at the Peachoo + Krejberg show, FashionTV catches up with designer Roy Krejberg. He tells us that the Peachoo + Krejberg F/W 12/13 collection centers around the word "mutation." The models represent women morphing from humans to animals in a very abstract yet fashion-forward way. The garments we see backstage are a mix of organic silhouettes and more rough and rustic fur coats. We also spot Ros Georgiou, who is both opening and closing the show.
Appearances: Roy Krejberg, Ros Georgiou, Alison Nix
SHOP http://shop.fashiontv.com
CHANNEL http://youtube.com/FashionTV
FACEBOOK http://facebook.com/FTV
TWITTER http://twitter.com/FashionTV
FashionTV's YouTube network features coverage of fashion shows, fashion week, runway highlights, front row celebs, backstage, hair and makeup, models, designers, photo shoots, red carpets at the biggest events in Hollywood, and much more. The total source for worldwide fashion coverage, FashionTV has new uploads EVERY DAY - See it on YouTube first.
http://FashionTV.com
Παρασκευή 1 Ιουνίου 2012
Τρίτη 29 Μαΐου 2012
THE SIEGE AND FALL OF CONSTANTINOPLE
... Οι δυστυχείς Ρωμαίοι, αφού άκουσαν τα λόγια του αυτοκράτορα, έσφιξαν την καρδιά τους, αγκαλιάστηκαν και έκλαιγαν όλοι μαζί. Κανένας δεν έφερνε πια στη μνήμη του τα αγαπημένα του παιδιά, τη γυναίκα και την περιουσία του, αλλά ήθελαν όλοι να πεθάνουν για τη σωτηρία της πατρίδας τους. Ύστερα γύρισαν στις θέσεις τους για να φυλάξουν τα τείχη της πόλης. Ο αυτοκράτορας πήγε αμέσως στον ιερό ναό της Αγίας Σοφίας, προσευχήθηκε με δάκρυα στα μάτια και κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων. Το ίδιο έκαναν και πολλοί άλλοι εκείνη τη νύχτα. Έπειτα γύρισε στα ανάκτορα και ζήτησε συγνώμη από όλους. Ποιος μπορεί να περιγράψει αυτήν τη στιγμή τους θρήνους και τους οδυρμούς που ακούστηκαν τότε στο παλάτι; Κανένας άνθρωπος δε θα μπορούσε να μείνει ασυγκίνητος, ακόμα κι αν ήταν από ξύλο ή από πέτρα.
Ύστερα ανεβήκαμε στα άλογά μας, βγήκαμε από τα ανάκτορα και κάναμε επιθεώρηση στα τείχη για να ενθαρρύνουμε τους φρουρούς που κρατούσαν άγρυπνοι τις θέσεις τους. Εκείνη τη νύχτα όλοι βρίσκονταν στα τείχη και τους πύργους, ενώ είχαμε κλείσει προσεκτικά όλες τις πύλες ώστε να μην μπορεί να μπει ή να βγει κανένας. Όταν φτάσαμε στην Καλιγαρία, την ώρα που λαλούσαν για πρώτη φορά τα κοκόρια, ξεπεζέψαμε και ανεβήκαμε στον πύργο. Από εκεί ακούγαμε φωνές και δυνατό θόρυβο έξω από την πόλη. Οι φύλακες μας είπαν ότι αυτό γινόταν όλη τη νύχτα επειδή οι εχθροί έσερναν τις πολεμικές μηχανές τους κοντά στην τάφρο, προετοιμαζόμενοι για την επίθεση. Επίσης τα μεγάλα εχθρικά πλοία άρχισαν να κινούνται, προσπαθώντας να φέρουν στην ακτή τις γέφυρες που είχαν κατασκευάσει.
Οι Τούρκοι άρχισαν με μεγάλη σφοδρότητα και ορμή την επίθεση τη στιγμή που λαλούσαν τα κοκόρια για δεύτερη φορά, χωρίς να δώσουν κανένα σύνθημα, όπως είχαν χάνει και τις προηγούμενες φορές. Ο σουλτάνος διέταξε να επιτεθούν πρώτοι οι λιγότερο έμπειροι, μερικοί ηλικιωμένοι και αρκετοί νέοι, ώστε να μας κουράσουν, και στη συνέχεια να ριχτούν εναντίον μας οι πιο έμπειροι και γενναίοι με μεγαλύτερη τόλμη και δύναμη. Έτσι λοιπόν ο πόλεμος άναψε σαν καμίνι. Οι δικοί μας αντιστέκονταν με πείσμα, χτυπούσαν άγρια τους εχθρούς και τους γκρέμιζαν κάτω από τα τείχη, καταστρέφοντας συγχρόνως και πολλές από τις πολιορκητικές τους μηχανές. Οι νεκροί ήταν πολλοί και από τις δυο πλευρές, ιδίως όμως από το εχθρικό στρατόπεδο. Μόλις άρχισαν να σβήνουν τα άστρα του ουρανού καθώς προχωρούσε το φως της μέρας κι εμφανίστηκε στην ανατολή η ροδοδάχτυλη αυγή, όλο το πλήθος του εχθρού παρατάχθηκε σε μια σειρά που έφτανε από τη μια μέχρι την άλλη άκρη της πόλης.
Ακούστηκαν τότε τα τύμπανα, οι σάλπιγγες και τα υπόλοιπα πολεμικά όργανα με φωνές και αλαλαγμούς, ενώ τα κανόνια άρχισαν να ρίχνουν όλα μαζί. Τότε όλοι οι Τούρκοι όρμησαν από ξηρά και από θάλασσα στα τείχη και άρχισαν τη συμπλοκή μαζί μας. Οι πιο θαρραλέοι έστησαν σκάλες, ανέβηκαν πάνω σ' αυτές και έριχναν αδιάκοπα τα βέλη τους εναντίον των δικών μας. Η φρικτή και αμφίρροπη μάχη κράτησε δύο ώρες και φαινόταν ότι οι χριστιανοί θα έπαιρναν πάλι τη νίκη. Τα πλοία που μετέφεραν τις σκάλες και τις κινητές γέφυρες αποκρούστηκαν από τα παραθαλάσσια τείχη και αναγκάστηκαν να γυρίσουν πίσω άπρακτα. Οι πολεμικές μηχανές, που έριχναν πέτρες από τα τείχη της πόλης, σκότωσαν πολλούς αγαρηνούς. Αλλά και εκείνοι που ήταν στην ξηρά έπαθαν τα ίδια και χειρότερα. Ήταν πολύ παράδοξο θέαμα να βλέπει κανείς τον ήλιο και τον ουρανό σκεπασμένους από ένα σύννεφο σκόνης και καπνού. Οι δικοί μας έκαιγαν τις εχθρικές πολεμικές μηχανές με το «υγρό πυρ», γκρέμιζαν τις σκάλες με όσους βρίσκονταν πάνω τους και σκότωναν αυτούς που επιχειρούσαν να ανεβούν στα τείχη με μεγάλες πέτρες, ακόντια, πυροβόλα και τόξα. Όπου έβλεπαν συγκεντρωμένους Τούρκους, τους χτυπούσαν με μεγάλα τηλεβόλα, σκοτώνοντας και πληγώνοντας πολλούς. Οι εχθροί απηύδησαν τόσο πολύ από τη σθεναρή αντίσταση που συναντούσαν ώστε θέλησαν να κάνουν λίγο πίσω για να ξεκουραστούν, αλλά οι τσαούσηδες και οι ραβδούχοι της τουρκικής Αυλής τους χτυπούσαν με σιδερένια ραβδιά και βούνευρα για να μην υποχωρήσουν. Ποιος μπορεί να περιγράψει τις κραυγές και τα βογκητά των τραυματιών και στα δύο στρατόπεδα; Ο θόρυβος και οι φωνές τους έφταναν μέχρι τον ουρανό. Μερικοί από τους δικούς μας, που έβλεπαν τους εχθρούς να υποφέρουν, τους φώναζαν: «Τι κάνετε συνεχώς επιθέσεις, αφού δεν μπορείτε να μας νικήσετε;» Εκείνοι τότε, προσπαθώντας να δείξουν τη γενναιότητα τους, ανέβαιναν πάλι στις σκάλες. Οι πιο τολμηροί σκαρφάλωναν στους ώμους των άλλων και οι επόμενοι τους μιμούνταν, για να μπορέσουν να φτάσουν στην κορυφή του τείχους.
Οι σκληρότερες μάχες έγιναν στις πύλες, όπου οι αντίπαλοι συγκρούονταν με τα σπαθιά στα χέρια και οι νεκροί ήταν αμέτρητοι. Όταν η παράταξη μας άρχισε να υποχωρεί, τότε πετάχτηκαν μπροστά ο Θεόφιλος Παλαιολόγος και ο Δημήτριος Καντακουζηνός, δύο γενναίοι άντρες που έτρεψαν τους αγαρηνούς σε φυγή, τους γκρέμισαν κάτω από τα τείχη και τους σκόρπισαν. Συγχρόνως έτρεξαν σε βοήθεια κι άλλοι δικοί μας, ενώ ο αυτοκράτορας που βρέθηκε εκεί έφιππος τους ενεθάρρυνε και τους παρακινούσε να πολεμάνε με σθένος, λέγοντας: «Συμπολεμιστές και αδέρφια μου, σας παρακαλώ στο όνομα του Θεού να κρατάτε τη θέση σας με γενναιότητα. Βλέπω ότι το πλήθος των εχθρών άρχισε να κουράζεται και να διασκορπίζεται. Δε μας χτυπούν πλέον με τάξη και σύστημα. Ελπίζω στο Θεό ότι η νίκη είναι δική μας. Να νιώθετε λοιπόν χαρά επειδή το στεφάνι της νίκης θα είναι δικό μας τόσο στη γη όσο και στον ουρανό. Ο Θεός βρίσκεται στο πλευρό μας και προκαλεί δειλία στους άπιστους».
Τη στιγμή που μιλούσε ο αυτοκράτορας, ο Ιωάννης Ιουστινιάνης πληγώθηκε από βέλος στο πάνω μέρος του δεξιού του ποδιού. Αυτός ο τόσο έμπειρος πολεμιστής, στον πόλεμο, βλέποντας το αίμα να τρέχει από το σώμα του, έγινε κίτρινος από φόβο. Έχασε αμέσως το θάρρος του, σταμάτησε να αγωνίζεται και έτρεξε να βρει γιατρό σιωπηλός, χωρίς να σκέφτεται την ανδρεία και την καρτερικότητα που είχε δείξει μέχρι τότε. Δεν είπε όμως τίποτα στους συντρόφους του ούτε άφησε κανέναν αντικαταστάτη, για να μην προκληθεί σύγχυση που θα μπορούσε να αποβεί μοιραία. Οι στρατιώτες του τον αναζήτησαν με το βλέμμα και, μαθαίνοντας ότι είχε φύγει, καταλήφθηκαν από ταραχή και φόβο. Ευτυχώς, ο αυτοκράτορας που βρέθηκε εκεί κατά τύχη, τους είδε ταραγμένους και φοβισμένους σαν τα κυνηγημένα πρόβατα και θέλησε να μάθει την αιτία. Όταν λοιπόν είδε το στρατηγό του Ιουστινιάνη να φεύγει, τον πλησίασε και του είπε: «Γιατί το έκανες αυτό, αδερφέ μου; Γύρνα πίσω στη θέση σου. Η πληγή είναι ασήμαντη και η παρουσία σου απαραίτητη. Η πόλη στηρίζεται σε σένα για να σωθεί». Του είπε και άλλα πολλά, αλλά εκείνος δεν έδωσε απάντηση. Αντίθετα, έφυγε και πήγε στο Πέραν, όπου πέθανε ντροπιασμένος από λύπη για την περιφρόνηση των άλλων.
Οι Τούρκοι όμως είδαν την ταραχή των δικών μας και πήραν θάρρος. Ο Σογάν πασάς κέντρισε με κατάλληλα λόγια τη φιλοτιμία των γενιτσάρων και των άλλων στρατιωτών, ενώ ένας γιγαντόσωμος γενίτσαρος (που λεγόταν Χασάν και καταγόταν από το Λουπάδι της Κυζίκου) έβαλε με το αριστερό χέρι την ασπίδα πάνω από το κεφάλι του, τράβηξε με το δεξί το σπαθί, ανέβηκε στο σημείο του τείχους όπου είχαν αρχίσει να υποχωρούν οι δικοί μας και ρίχτηκε πάνω τους. Τον Χασάν ακολούθησαν περίπου άλλοι 30 Τούρκοι που θέλησαν να φανούν εξίσου γενναίοι. Όσοι από τους δικούς μας είχαν απομείνει εκεί έριξαν τεράστιες πέτρες και βέλη εναντίον τους, γκρεμίζοντας τους 18 κάτω από τα τείχη, αλλά ο Χασάν κατάφερε να ανεβεί και να τρέψει σε φυγή τους χριστιανούς. Μετά την επιτυχία του, πολλοί άλλοι Τούρκοι βρήκαν την ευκαιρία να τον ακολουθήσουν και να σκαρφαλώσουν στα τείχη, αφού οι ελάχιστοι δικοί μας δεν κατάφεραν να τους εμποδίσουν. Πολέμησαν όμως με θάρρος και σκότωσαν πολλούς. Κατά τη διάρκεια της συμπλοκής ο Χασάν χτυπήθηκε από πέτρα και έπεσε κάτω. Μόλις τον είδαν οι δικοί μας πήραν θάρρος και τον λιθοβολούσαν από όλες τις πλευρές. Εκείνος σηκώθηκε στα γόνατα και συνέχισε να πολεμά, αλλά το δεξί του χέρι δέχτηκε αμέτρητα τραύματα από βέλη και έπεσε παράλυτο. Στη σύγκρουση αυτή σκοτώθηκαν και πληγώθηκαν πολλοί Τούρκοι, οι οποίοι μεταφέρθηκαν πίσω στο στρατόπεδο. Το πλήθος όμως εκείνων που είχαν ανεβεί στα τείχη διασκόρπισε τους δικούς μας, που εγκατέλειψαν το εξωτερικό και έτρεξαν μέσα στην πόλη με τόση βία ώστε ο ένας πατούσε τον άλλο. Καθώς συνέβαιναν αυτά, ακούστηκαν φωνές από μέσα, από έξω και από το μέρος του λιμανιού: «Έπεσε το φρούριο. Στους πύργους στήθηκαν σημαίες και λάβαρα». Οι φωνές αυτές έτρεψαν σε φυγή τους δικούς μας, ενώ έδωσαν καινούριο θάρρος στους εχθρούς που άρχισαν να ανεβαίνουν στα τείχη άφοβα και με αλαλαγμούς χαράς.
Όταν ο δυστυχισμένος αυτοκράτορας και δεσπότης μου είδε αυτό το θέαμα, παρακαλούσε το Θεό με δάκρυα στα μάτια και παρακινούσε τους στρατιώτες να φανούν γενναίοι. Δυστυχώς, όμως, δεν υπήρχε πλέον καμιά ελπίδα βοήθειας ή συμπαράστασης. Τότε τσίγκλησε το άλογό του, έφτασε στο σημείο από όπου οι εχθροί έμπαιναν στην πόλη και ρίχτηκε πάνω τους όπως ο Σαμψών κατά των αλλοφύλων. Στην πρώτη του επίθεση τους γκρέμισε όλους κάτω από τα τείχη, πράγμα που φάνηκε σαν θαύμα σε όσους το είδαν. Μουγκρίζοντας σαν λιοντάρι και κρατώντας το σπαθί στο δεξί του χέρι, έσφαξε τόσους πολλούς Τούρκους ώστε το αίμα έτρεχε σαν ποτάμι από τα χέρια και τα πόδια του.
Ο Φραγκίσκος Τολέντο, τον οποίο αναφέραμε παραπάνω, φάνηκε ανώτερος ακόμα και από τον Αχιλλέα. Πολεμώντας στα δεξιά του αυτοκράτορα, κομμάτιαζε τους εχθρούς με δόντια και με νύχια. Το ίδιο έκανε και ο Θεόφιλος Παλαιολόγος. Βλέποντας τον αυτοκράτορα να αγωνίζεται για να σώσει την πόλη που κινδύνευε, φώναξε κλαίγοντας: «Καλύτερα να πεθάνω παρά να ζήσω». Ύστερα όρμησε κραυγάζοντας πάνω στους εχθρούς και σκότωσε ή έτρεψε σε φυγή όσους βρέθηκαν μπροστά του. Ο Ιωάννης Δαλμάτης, που βρέθηκε κι αυτός στο ίδιο μέρος, πολεμούσε με ηρωισμό σαν γενναίος στρατιώτης που ήταν. Όσοι βρέθηκαν στο πεδίο της μάχης θαύμασαν την τόλμη και την ανδρεία των εξαιρετικών εκείνων ανδρών. Οι επιθέσεις επαναλήφθηκαν δύο και τρεις φορές, μέχρι που κατάφεραν να τρέψουν τους απίστους σε φυγή, να σκοτώσουν πολλούς και να γκρεμίσουν άλλους κάτω από τα τείχη. Οι στρατιώτες μας πολέμησαν με μεγάλη γενναιότητα και στο τέλος έπεσαν νεκροί, αφού προηγουμένως είχαν προξενήσει τεράστιες απώλειες στους εχθρούς. Πολλοί άλλοι σκοτώθηκαν επίσης κοντά στην Πύλη του Αγίου Ρωμανού, όπου οι εχθροί είχαν στήσει τη μεγάλη ελέπολη και το φοβερό κανόνι, με τα οποία γκρέμισαν τα τείχη και κατάφεραν να πρωτομπούν στην πόλη. Τη στιγμή εκείνη εγώ δε βρισκόμουν κοντά στον αυτοκράτορα και δεσπότη μου, επειδή είχα πάει να επιθεωρήσω ένα άλλο σημείο της πόλης, σύμφωνα με τη διαταγή του.
Όταν μπήκαν οι εχθροί στην Πόλη, έδιωξαν τους χριστιανούς που είχαν απομείνει στα τείχη με τηλεβόλα, βέλη, ακόντια και πέτρες. Έτσι έγιναν κύριοι ολόκληρης της Κωνσταντινούπολης, εκτός των πύργων του Βασιλείου, του Λέοντος και του Αλεξίου, τους οποίους κρατούσαν οι ναύτες από την Κρήτη που πολέμησαν από τις 6 μέχρι τις 8 το απόγευμα και σκότωσαν πολλούς Τούρκους. Βλέποντας το πλήθος των εχθρών που είχαν κυριεύσει την πόλη, δεν ήθελαν να παραδοθούν αλλά έλεγαν ότι προτιμούσαν να πεθάνουν παρά να ζήσουν. Κάποιος Τούρκος ειδοποίησε τότε το σουλτάνο για την ηρωική άμυνά τους κι εκείνος συμφώνησε να τους επιτρέψει να φύγουν με το πλοίο και όλα τα πράγματα που είχαν μαζί τους. Παρά τις υποσχέσεις του όμως, ο σουλτάνος με πολύ κόπο κατάφερε να τους πείσει να αφήσουν τους πύργους και να φύγουν. Δύο αδέρφια, οι Ιταλοί Παύλος και Τρωίλος, πολέμησαν με γενναιότητα μαζί με αρκετούς άλλους στη θέση που είχαν αναλάβει. Κατά τη διάρκεια του αγώνα τους σκοτώθηκαν πολλοί κι από τις δυο πλευρές. Σε μια στιγμή ο Παύλος είδε τους εχθρούς μέσα στην πόλη και είπε στον αδερφό του: «Χάθηκαν τα πάντα. Κρύψου ήλιε και θρήνησε γη. Η Πόλη έπεσε. Ανώφελο πια να πολεμάμε. Ας κοιτάξουμε τουλάχιστον να σωθούμε εμείς οι ίδιοι».
Έτσι οι Τούρκοι έγιναν κύριοι της Κωνσταντινούπολης την Τρίτη 29 Μαΐου 1453, στις δυόμισι το μεσημέρι. Άρπαζαν και αιχμαλώτιζαν όσους έβρισκαν μπροστά τους, έσφαζαν όσους επιχειρούσαν να αντισταθούν και σε ορισμένα μέρη δε διακρινόταν η γη από τα πολλά πτώματα που ήταν πεσμένα κάτω. Το θέαμα ήταν φρικτό. Παντού ακούγονταν θρήνοι και παντού γίνονταν αρπαγές γυναικών όλων των ηλικιών. Αρχόντισσες, νέες κοπέλες και καλόγριες σέρνονταν από τα μαλλιά έξω από τις εκκλησίες όπου είχαν καταφύγει, ενώ έκλαιγαν και οδύρονταν. Ποιος μπορούσε να περιγράψει τα κλάματα και τις φωνές των παιδιών ή τη βεβήλωση των ιερών εκκλησιών; Το άγιο σώμα και αίμα του Χριστού χυνόταν στη γη. Οι Τούρκοι άρπαζαν τα ιερά σκεύη, τα έσπαζαν ή τα κρατούσαν για λογαριασμό τους. Το ίδιο έκαναν και με τα ιερά αναθήματα. Ποδοπατούσαν τις άγιες εικόνες, τους αφαιρούσαν το χρυσάφι, το ασήμι και τους πολύτιμους λίθους, και έφτιαχναν με αυτές κρεβάτια και τραπέζια. Άλλοι στόλιζαν τα άλογα τους με τα χρυσοΰφαντα μεταξωτά άμφια των ιερέων και άλλοι τα έκαναν τραπεζομάντιλα. Άρπαζαν τα πολύτιμα μαργαριτάρια από τα άγια κειμήλια, καταπατούσαν τα ιερά λείψανα των αγίων και, σαν πραγματικοί πρόδρομοι του διαβόλου, έκαναν αμέτρητα ανοσιουργήματα, που μόνο το θρήνο μπορούν να προκαλέσουν. Χριστέ, βασιλιά μου, οι αποφάσεις Σου ξεπερνάνε το μυαλό του ανθρώπου!
Μέσα στην απέραντη εκκλησία της Αγίας Σοφίας, τον επίγειο ουρανό, το θρόνο της δόξας του Θεού, το άρμα των Χερουβείμ, το θείο δημιούργημα, το αξιοθαύμαστο κατασκεύασμα, το στολίδι της γης, τον ωραιότερο από όλους τους ναούς, έβλεπε κανείς τους Τούρκους να τρώνε και να πίνουν στο Ιερό Βήμα και στην Αγία Τράπεζα ή να ασελγούν πάνω σε γυναίκες, νέες κοπέλες και μικρά παιδιά. Ποιος μπορούσε να μείνει ασυγκίνητος και να μη θρηνήσει για την άγια εκκλησία μας; Όλοι πονούσαν από το κακό που έβλεπαν. Στα σπίτια θρήνοι και κλάματα, στους δρόμους οδυρμοί, στις εκκλησίες αντρικές κραυγές πόνου, γυναικεία μοιρολόγια, βαρβαρότητες, φόνοι και βιασμοί. Οι ευγενείς ατιμάζονταν και οι πλούσιοι έχαναν τις περιουσίες τους. Σε όλες τις πλατείες και τις γωνιές της πόλης γίνονταν αμέτρητα κακουργήματα. Κανένα μέρος ή καταφύγιο δε γλίτωσε από την έρευνα και τη βεβήλωση. Οι άπιστοι έσκαψαν κήπους και γκρέμισαν σπίτια για να βρουν χρήματα ή κρυμμένους θησαυρούς. Όσα βρήκαν, τα πήραν για να χορτάσουν την απληστία τους. Χριστέ, βασιλιά μου, γλίτωσε από τη θλίψη και τον πόνο όλες τις πόλεις και τις χώρες όπου κατοικούν χριστιανοί.
Την τρίτη μέρα μετά την άλωση ο σουλτάνος έδωσε εντολή να γίνουν γιορτές και πανηγύρια για τη μεγάλη νίκη, και διέταξε να βγουν έξω ελεύθερα και άφοβα όσοι ήταν κρυμμένοι σε διάφορα μέρη της Πόλης, μικροί και μεγάλοι. Διέταξε επίσης να γυρίσουν στα σπίτια τους όσοι είχαν φύγει εξαιτίας του πολέμου και να ζήσουν εκεί όπως πριν, σύμφωνα με το δίκαιο και τη θρησκεία τους. Ακόμα, έδωσε διαταγή να εκλέξουν πατριάρχη σύμφωνα με τα έθιμα τους. αφού ο προηγούμενος πατριάρχης είχε πεθάνει. Οι αρχιερείς και οι ελάχιστοι άλλοι κληρικοί και λαϊκοί που έτυχε να βρίσκονται στην πόλη διάλεξαν για το αξίωμα αυτό το Γεώργιο Σχολάριο, που ήταν ένας πολύ καλλιεργημένος πολίτης, τον οποίο χειροτόνησαν πατριάρχη και τον ονόμασαν Γεννάδιο.
Οι χριστιανοί αυτοκράτορες συνήθιζαν να χαρίζουν στο νέο πατριάρχη μια χρυσή ράβδο στολισμένη με πολύτιμους λίθους και μαργαριτάρια, καθώς και ένα άλογο με πολυτελή βασιλική σέλα και κάλυμμα από άσπρο και χρυσό ύφασμα. Ο πατριάρχης έβγαινε από τα ανάκτορα μαζί με όλα τα μέλη της συγκλήτου και πήγαινε στο πατριαρχείο κάτω από τις επευφημίες του πλήθους.
Η χειροτονία του γινόταν από τους αρχιερείς, όπως όριζε η Εκκλησία και ο νόμος. Ο μελλοντικός πατριάρχης έπαιρνε τη ράβδο από τα χέρια του αυτοκράτορα με τον τρόπο που αναφέρουμε στη συνέχεια.
Ο αυτοκράτορας καθόταν στο θρόνο, οι συγκλητικοί στέκονταν γύρω του ασκεπείς και ο μέγας πρωτοπαπάς του παλατιού άρχιζε την τελετή με το «Ευλογητός ο Θεός». Ύστερα έλεγε μια σύντομη ευχή και ο μεγάλος δομέστικος έψελνε το «Όπου γαρ βασιλέως παρουσία». Ο λαμπαδάριος και η χορωδία συνέχιζαν με το «Νυν και αεί» και το «Ο βασιλεύς των ουρανών». Όταν τελείωνε και αυτό το τροπάριο, ο αυτοκράτορας σηκωνόταν κρατώντας τη ράβδο στο δεξί του χέρι. Ο υποψήφιος πατριάρχης πλησίαζε με το μητροπολίτη Καισαρείας στα δεξιά του και το μητροπολίτη Ηράκλειας στα αριστερά, έκανε τρεις μετάνοιες μπροστά σε όλους και μετά πλησίαζε τον αυτοκράτορα για να προσκυνήσει, όπως ήταν η συνήθεια. Ο αυτοκράτορας ύψωνε λίγο τη ράβδο και έλεγε: «Η Αγία Τριάς, η την εμήν βασιλείαν δωρησαμένη, προχειρίζεταί σε εις πατριάρχην Νέας Ρώμης». Ο νέος πατριάρχης έπαιρνε την εκκλησιαστική εξουσία από τον αυτοκράτορα, τον οποίο ευχαριστούσε, και οι δύο χορωδίες έψελναν τρεις φορές το «Εις πολλά έτη, δέσποτα». Με τον τρόπο αυτό τελείωνε η τελετή. Ύστερα, κρατώντας κηροπήγια με λαμπάδες, ο πατριάρχης κατέβαινε από το διβάμβουλο στο προαύλιο του παλατιού και ανέβαινε στο άλογο το οποίο περίμενε στολισμένο.
Θέλοντας λοιπόν και ο αχρείος σουλτάνος να κάνει, σαν βασιλιάς της Κωνσταντινούπολης, ό,τι έκαναν οι χριστιανοί αυτοκράτορες, προσκάλεσε τον πατριάρχη να καθίσει, να φάει και να συζητήσει μαζί του. Μόλις εκείνος έφτασε στο παλάτι του, τον δέχτηκε με μεγάλη τιμή, συζήτησε μαζί του πολλή ώρα και του έδωσε αμέτρητες υποσχέσεις. Όταν ήρθε η ώρα να φύγει, ο σουλτάνος έβγαλε μια πολύτιμη ποιμαντορική ράβδο και τον παρακάλεσε να τη δεχτεί σαν δώρο. Ύστερα, θέλοντας και μη, ο πατριάρχης κατέβηκε μαζί του στην αυλή, όπου τον ανέβασε σε ένα άλογο που περίμενε έτοιμο και έδωσε εντολή στους άρχοντες της Αυλής του να τον συνοδέψουν με όλες τις τιμές. Πραγματικά οι αυλικοί, άλλοι μπροστά και άλλοι πίσω από τον πατριάρχη, τον συνόδεψαν μέχρι το σεπτό Αποστολείο, το οποίο είχε παραχωρήσει ο σουλτάνος για πατριαρχείο. Ο άθλιος όμως κράτησε τον περίλαμπρο ναό της Αγίας Σοφίας, το υπέροχο κειμήλιο, τον επίγειο ουρανό και θαύμα της ανθρωπότητας, για να τον χρησιμοποιήσει σαν τόπο του δικού του προσκυνήματος. Όπως είπαμε προηγουμένως, ο θαυματουργός ναός των Βλαχερνών είχε πυρποληθεί. Ο πατριάρχης όμως έμεινε λίγο καιρό στο Αποστολείο επειδή σ' εκείνα τα μέρη είχαν απομείνει ελάχιστοι χριστιανοί και επιπλέον φοβόταν μήπως του συμβεί κανένα κακό μέσα στην ερημιά, αφού μια μέρα κάποιος αγαρηνός βρέθηκε σκοτωμένος στο προαύλιο της εκκλησίας. Γι' αυτούς τους λόγους ζήτησε το μοναστήρι της Παμμακάριστου, το οποίο του δόθηκε για πατριαρχείο, δεδομένου ότι εκεί ζούσαν αρκετοί χριστιανοί. Έδωσε λοιπόν εντολή να μεταφερθούν οι μοναχές στο μοναστήρι του Αγίου Προφήτη και Προδρόμου Ιωάννη που βρισκόταν στα ανάκτορα του Τρούλου, όπου είχε γίνει η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος στα χρόνια της βασιλείας του Ιουστινιανού Β' του Ρινοτμήτου. Εκείνη την εποχή ο Τρούλος ήταν ένα λαμπρό παλάτι στο βόρειο μέρος της Παμμακαρίστου.
Ο ασεβέστατος και εξολοθρευτής των χριστιανών σουλτάνος, πονηρός και πανούργος σαν αλεπού, δεν τα έκανε όλα αυτά από ευλάβεια ή από καλοσύνη, αλλά για να ακούσουν οι χριστιανοί τις υποσχέσεις του και να έρθουν να κατοικήσουν στην Κωνσταντινούπολη η οποία είχε ερημωθεί από το μακρόχρονο πόλεμο και προπάντων μετά την κατάληψη της από τους Τούρκους. Πραγματικά, μερικοί χριστιανοί ξαναγύρισαν στην πόλη, ενώ μετά από λίγο έφερε και αρκετούς αποίκους (που ονομάζονται σεργούνηδες στα τουρκικά) από τον Καφά της Τραπεζούντας, τη Σινώπη και το Ασπρόκαστρο. Έδωσε επίσης στον πατριάρχη ορισμένα γραπτά διατάγματα με τη σουλτανική σφραγίδα και την υπογραφή του, ούτως ώστε κανένας να μην τον ενοχλεί ή να του φέρνει αντιρρήσεις. Με τα διατάγματα αυτά ο πατριάρχης θα έμενε για πάντα ανενόχλητος, αφορολόγητος και ασφαλισμένος από κάθε κίνδυνο, τόσο ο ίδιος όσο και οι διάδοχοί του, καθώς και οι υπόλοιποι ιερείς που βρίσκονταν κάτω από την εξουσία του ...
Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑΣ ΚΑΙ Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΝΕΑ ΣΥΝΝΟΡΑ» - Α.Α.ΛΙΒΑΝΗ
ΑΘΗΝΑ 1993
Γεώργιος Φραντζής
The FALL OF CONSTANTINOPLE DO NOT FORGET
A large number of men and women, who grew increasingly persecuted by, he turned to the biggest church in Constantinople, called Hagia Sophia. Gathered here men, women and children. Soon, however, were caught by the Turks without resistance. Many men were killed in the temple by the Turks. Others in other parts of the city took to the streets without knowing about that. Soon others were killed, others were caught but many of the brave Greeks seemed resisted and killed, not to see women and children slaves.
"Across the City could see nothing else than those who kill those who killed and those who hunt and those who were leaving." Laonikos Chalkokondili, "Proof of stories" (translation). The people spreading the song's message as the hard will of God. They took the city, took it, got to Saloniki, and took St Sophia, the great monastery, which was three hundred and sixty two bells bells and bell every priest, every priest and deacon. Simao THE worthy to go and the king of the world IRTH voice 'from heaven and from Archangel mouth. At 2:30 in the afternoon the thousand year old Byzantine Empire, the symbol of Hellenism and Christianity, was abolished.
HLaiki muse laments the fall of Constantinople: "cease the cherubic, and we lowered the holy because it is God's will, to the City tourkepsi"."The Lady shed tears and upset the pictures." But the brave spirit of the nation optimistically declares: "He was silent, lady Lady, do not cry and not cry, again with years sometimes, again, ours is going to be."Weeping and wailing and lamentation sigh and sorrow, tribulation aparamythitos fell Romaiois percent. Echasasin the spitin them, the city holy, courage and pride and apantochin them. On the 'pen? On the sued? When' lthen the Mantato? Karavin ekatevaine in parts of the galley and Tenedos ypantise stands and anarota it: - "Karavin, whence erkesai and whence you descend?" - "Erkomai even the 'curse and on the predominant darkness, even the astrapochalazin, even the Polin the RES anemozalin come to astrapokamenin. I do not gomarin vasto, I bring bad news promptly by the Christians, bitter and baited. "(Elementary, extract).
The stone-dead king.
Laofilesteros The legend is about the last emperor marmarose in the church of Hagia Sophia. The tradition passed from mouth to mouthimmediately after the conquest of Constantinople.
When the city passed into the hands of the Turks, the people could not believe that such a structure has fallen into Muslim hands. Sospread that the king hid behind a pillar of the church of Hagia Sophia, was lost in the corridors and remained hidden there.
The hours of waiting the "marmarosan". The fact is that no one has found the corpse of the last defender, the emperor ConstantinePaleologos. Lost and believed that the Angel of the Lord and hidmarmarose. Once the time comes to life God will give him strength and life again and all will once again from the beginning. The City will be free again.
Η Αγία Τράπεζα.
The Altar.The altar was made of gold. Hanging over her 30 crowns of the emperors, among them that of Constantine. And it is said that this was to remind Christians of treason of Judas. The thirty pieces of silver.According to tradition before Muhammad, the B occupy Constantinople, the Emperor Constantine / nos ordered to transfer the altar and all the relics of St. Sophia away from the city to avoid falling into the hands of the Turks. Three Venetian boats thus began the town filled with all these treasures, says the legend, but the third of them carrying the Altar sank in the waters of the Bosphorus in the Marmara region.Since then, at that point which is immersed the altar the waters of the sea is always calm and serene, no matter the weather conditions in the surrounding area. This phenomenon testified modern Turkish scientists who have made occasional attempts to discover who is this strange phenomenon, but due to the muddy bottom of the recommendation, drew inconclusive.
In the book of Dorotheus of Monemvasia titled "Bible Time" (1781) we read:
"The Venetians superbly wondrous and Holy Exakousti Bank of St. Sophia, the valuable and oraiotatin, took the church and put in the boat, and as did Armenia and epigainan to Venice, oh miracle! Near the island of Marmara opened and the boat fell into the sea the altar kxai evoulise and is there to this day, and this is obvious and witnessed by everyone, because around that part, when am doing storm, the sea waves across terribly am doing , unto the place where the altar is calm and not agitated the sea. And ypagainoun tines with over there and take the one from the sea, where the altar, and smells myrodian prodigiously from the holy chrism where perfumes and other "The father of Greek folklore, Nicholas Politis, writes about the incident:"The day parthiken the City put in a boat on the altar, go to the Franks, not to fall into Turkish hands. But where the sea of Marmara, the boat and opened the altar evouliaxe the bottom. In part the sea that is oil, as much storm and they are around. And know this part of the tench is always there and the smell that comes out. Many even worthy to idoun the depths of the sea. "Three kara - kroustallenia my kara three - three boats fefgouni,which means the policy, our hearts cry, cries and sighs.the 'to load the Cross, and t' other Vangelisthird of the best, the altar, weOur failure to get the dogs, and our magarisounThe Mary sighed, and shed tears as' powder .........The altar of St. Sophia rests on the seabed, on the sand and shells.The spot where the boat sank, the sailors know well and easy to find.Indeed, even when the wildest storm, the waves swell around and makes the sea roars, there is peace and quiet.From the smooth, shiny surface of the water rising sweet scents and echoes of angelic chants. Many worthy divers who collect sponges, corals or fish, they tried to come down and see the capsized boat.Nobody did it. The sea is very deep in this place, guarding the altar and the relics of the Saints from every profane eye.But when will the City Again, the altar, who lives in sand bottom will rise to the surface as the diver ascends. I sail alone in Byzantium and will take from where i arrives. Will bring back the Hagia Sophia and cheerful hymns will dedicate it to the Wisdom of God.Then, inside the Basilica built by Justinian the Great, will shine again mosaics, images of saints, the words of the Gospel and the cross will xanafanei over the marble table flush waves.
historian Duke laments the fall the fall and describes arpagin the treasures of the City;
"O city, town, city passes head! O city, city, center of the four Parties of the world! O city, city, Christians pride and barbaric annihilation! O city, city, another paradise planted to the west, having Endon plants Padoa spiritual fruits abound! where is your beauty, paradise? to you or the graces of the Spirit beneficial Russian soul and body? that the apostles of the Lord my body, the long planted in evergreen tῷ paradeisῳ, having the midst of them as purple robe, his lonchin, the sponge, the reed, kiss atina efantazometha HRS stafrῷ ypsothenta Oran. Of the saints whose relics, as the witness? that Constantine the Great and other kings, corpses? agyiai century, the periafla, century three-way, the farmers, the vines perifragmoi, everything full and meaningful relics of saints, noble body, body pure, ascetic anchoress.O the loss! ethento, ladies, thnisimaia your dirty slaves per peteinois heaven, Tash flesh of your saints thiriois percent of the earth round about the new Zion, and not a son not buried. SEE O, O epigaie heaven, O heavenly altar, O divine and sacred mosques, churches beauty Oh, my God, holy and Papers words, my laws are ancient and new, my God daktylῳ Writing slates, O God Gospels lalithenta mouth, my theologiai sarkoforon angels, my didaskaliai pnefmatoforon men, O paidagogiai demigods heroes, my city, my city, my army to measure before, but now perish as a pontizomeni tῷ ships sail in, my oikiai And palaces and temples pantodapa walls today, and as always senses animate synthrino, Jeremiah hath tragῳdias Exarch of the Round."How sat alone peplithymmeni citizens or peoples? Egenithi as a widow in peplithymmeni ethnesin, ruling in chorais egenithi to tax, weeping willows wept in the night, and tears on her jaw it, and I ask, Is not there is always to it from loved it such persons are the lamentations and his kopetoi of Jeremiah, whom ekopsato in tῇ palaios fall of Jerusalem, he oimai and on the new call on the spirit tῷ profitῃ ypedeixen. Which language toinyn exischysei to speak, and speak of his genomenin in the city disaster and the captivity deinin metoikian and bitterness, not suffered quite a from Jerusalem to Babylon or in Assyrian, But From Constantinople against Syria, to Egypt, unto Armenian , unto Persians, unto Aravian, unto Afrikin, unto sporadin Italian, in tῇ Asiᾳ tῇ mikrᾷ and in thy loipais eparchiais. And how can these things? In tῇ Paflagoniᾳ son of man, and in Egypt the wife, and children in the mutant sporadin cient, by effecting to others, originate at the glottis and from glottan piety against wickedness and divine Scriptures at the bizarre letters. Phrixus, thou sun and earth.stenaxon egkataleipsin unto the panels in his genomenin tῇ imeterᾳ geneᾷ dikaiokritou Despite of God for our sins. essential are one worthy atenisai at the OMMA heaven, Save where nenefkotes under earth and unto their faces thentes kraxomen thou art righteous, Lord, and your fair or critically. imartomen, inomisamen, idikisamen beside all the nations, and always things which induced us, in an equitable alithinῇ he elicited. feisai than us, sir, pray.ICU day, then, the fall has fired three ships, each porefesthai them unto the city eparchy, and, bearing that burden vythizesthai. And he what burden? luxury clothing, utensils of silver gold copper kattiterina, books for number, prisoners, priests and laity, and monks, and monazousai. always the full burden of the century he skinai fossatou complete capture and from above arithmithenton Padoa Of the species. And he idein midst of barbarians wear a bag pontifical, and hetero zonnymenon golden stole, tractors kynas dressed instead of lambs sagismaton weave. else in symposiois seated, and the holy front discs plus diaforois oporais esthiontes, and sheer drinking from the sacred crater. Tash the books employ, for number exceeds, thy amaxais fortigosantes everywhere in tῇ anatolῇ goes down, and dispersed. di a coin ten books epipraskonto, Platonic Aristotelian theological and everything else kind of book. After Gospels Padoa world in favor of measures, anaspontes gold and silver, But epoloun but erripton. Tash image EMPL delivered with fire, plus tῇ anaftheisῃ krei epsontes isthion flame. "A.ELLINON DELIVERY
Δευτέρα 28 Μαΐου 2012
MotoGP™ Rewind: Le Mans
Relive all the action from a very wet fourth round of the 2012 MotoGP™ championship at last weekend's Monster Energy Grand Prix de France in Le Mans.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)